Σύλλογος       
Νέα          
Δελτία Τύπου/ Ανακοινώσεις/ Προσκλήσεις
Το Περιοδικό          
Νομοθεσία Ειδικής Αγωγής          
Δομές Ειδικής Αγωγής          
Συνέδρια / Ημερίδες Ειδικής Αγωγής
Εκδόσεις          
Συνδέσεις
Φόρουμ

Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.-

home page general information contact information copyright information

 

Θέματα Ειδικής Αγωγής Τεύχος 38

Εξώφυλλο: Εξώφυλλο

 

Περιεχόμενα: Περιεχόμενα

Σημείωμα Σύνταξης:

ΜΟΝΟ ΤΟ ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΙ ΑΝΟΙΧΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ Α.ΜΕ.Ε.Ε.Α. ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Η εφαρμογή του νόμου 2817/2000, που αφορά την «Εκπαίδευση των Ατόμων με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες», προνοεί αλλαγές στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης και το Υπουργείο Παιδείας, για να επιτύχει στους διάφορους τομείς που καλείται να εξυπηρετήσει, απαιτεί σοβαρούς οικονομικούς πόρους. Συγκεκριμένα: α) η πολιτική για τα Τμήματα Ένταξης, τη Συνεκπαίδευση, την κατ' οίκον εκπαίδευση, τα ΤΕΕ Ειδικής Αγωγής, τις ΕΣΜΕΑ, β) η διαδικασία αξιολόγησης και υποστήριξης από τα ΚΔΑΥ, και γ) η αναγκαιότητα ίδρυσης νέων σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών υπηρεσιών αποτελούν μόνο μέρος του κόστους για την εφαρμογή των νόμων αυτών. Αποτέλεσμα της απουσίας σταθερών και προϋπολογισμένων οικονομικών πόρων από την Κυβέρνηση είναι η υλοποίηση των νόμων να μην ανταποκρίνεται στις πρόνοιες που προβλέπουν ρητά στις διατάξεις τους και επομένως η πρόκληση διάστασης πολιτικής και πρακτικής να είναι πλέον εμφανής επενεργώντας αρνητικά στην εφαρμογή νόμων που οι συντάκτες τους βαυκαλίζονταν ότι θα εξάλειφαν τις ανισότητες στην εκπαίδευση κι η ένταξη των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες θα ήταν εύκολος πολιτικός στόχος.
Η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα που φανερώνει ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις κι οι εκάστοτε ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας δεν εκπόνησαν βραχυχρόνιους και μακροχρόνιους εθνικούς σχεδιασμούς για την ίδρυση Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής, την αναδιοργάνωση και αναπροσαρμογή των υφιστάμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών και αναλυτικών προγραμμάτων ειδικής εκπαίδευσης που να επιτρέπουν με αξιοπρεπή τρόπο τη σχολική ένταξη κάθε α.μ.ε.ε.α. ανά πάσα χρονική στιγμή μάς ανέδειξε ότι τα ΚΔΑΥ κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν και να αναπαράγουν τις γραφειοκρατικές στρεβλώσεις των ιατροπαιδαγωγικών υπηρεσιών που μοίραζαν πιστοποιητικά δυσλεξίας, εξυπηρετώντας αλλότριους σκοπούς πέραν του δικαιώματος στην εκπαίδευση των παιδιών αυτών. Η ιατροποίηση των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών κι η πιστοποίησή τους από τα εξωτερικά ιατρεία -παθολόγους, ψυχιάτρους, ψυχολόγους και κλητήρες- των νοσοκομείων, χωρίς καμιά συνεργασία με το σχολείο και πολλές φορές από μονοπρόσωπα όργανα, καταρράκωσε την επιστημονική δεοντολογία, εξαφάνισε τη δημοκρατική νομιμότητα και γέννησε τη συναλλαγή και τη διαφθορά.
Στην καθημερινή σχολική λειτουργία φαίνεται ότι οι εκπαιδευτικοί θεσμοί των Τμημάτων Ένταξης και της Συνεκπαίδευσης όχι μόνο κερδίζουν την εμπιστοσύνη μαθητών και γονέων-κηδεμόνων, αλλά αναγνωρίζεται από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς των γενικών σχολείων ότι διευκολύνουν καθοριστικά τη σχολική ένταξη των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες με την εφαρμογή ειδικών εξατομικευμένων προγραμμάτων.

Η εφαρμογή του ν. 2817/2000 μπορεί να επιφέρει καινοτομίες στο χώρο της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης των ατόμων με ειδικές ανάγκες, γιατί αναγνωρίζει στην οικογένεια να φοιτήσει το παιδί της στο γενικό σχολείο, ακόμα κι αν διαφωνουν τα στελέχη της εκπαίδευσης ή εκπαιδευτικοί που απαιτούν να αλλάξει σχολικό περιβάλλον ο μαθητής και να μετεγγραφεί σε ειδικό σχολείο. Όμως, η ένταξη των α.μ.ε.ε.α στο γενικό σχολείο απαιτεί υπευθυνη εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που καλουνται να την εφαρμόσουν, δεδομένου ότι δεν έχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί τις απαραίτητες γνώσεις για την εφαρμογή του ν. 2817/2000. Οι κυβερνήσεις, μέχρι σήμερα, έδειξαν μια διφορουμενη στάση γι' αυτή τη βασική διαδικασία που αφορουσε την εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών: από τη μια έδωσαν βάρος στα επιμορφωτικά σεμινάρια σε μεγάλο ποσοστό εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας κι από την άλλη δεν «περπάτησε» η επιμόρφωση στους εκπαιδευτικους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γιατί οι θεσμοί της ειδικής εκπαίδευσης στα Γυμνάσια, τα ΤΕΕ και τα Λυκεια είναι ανύπαρκτοι. Στην Ελλάδα η εισαγωγή θεσμών ένταξης των α.με.ε.ε.α. στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση συναντά αξεπέραστα προβλήματα τόσο από την πλευρά των διοικητικών μηχανισμών της εκπαίδευσης όσο και από την πλευρά των συλλόγων διδασκόντων. Αρνουνται τη συνεργασία με τα ΚΔΑΥ και δεν δείχνουν διάθεση να βοηθήσουν την ένταξη των α.με.ε.ε.α.
Θεωρουμε ότι ένα μοντέλο εκπαίδευσης και επιμόρφωσης όλων των εκπαιδευτικών είναι και πρέπει να στηρίζεται στη σχέση επιστημονικής θεωρίας, πολιτικής πρακτικής και παιδαγωγικής πράξης. Για την επιτυχή εφαρμογή του νόμου -που έχει ως βάση του την ΕΝΤΑΞΗ και εισάγει τον εκπαιδευτικό μηχανισμό των ΚΔΑΥ- για να την προωθήσει, απαιτείται η βελτίωση της πρακτικής της ειδικής εκπαίδευσης στον τομέα ανάπτυξης στάσεων των εκπαιδευτικών. Συγκεκριμένα, οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται να αλλάξουν, για να μπορέσουν να ανταποκριθουν στις απαιτήσεις του νόμου για τα α.με.ε.ε.α. που απαιτεί ισότιμη μεταχείριση όλων των παιδιών και εξατομικευμένη προσέγγιση ανάλογα με τις ειδικές ή λιγότερο ειδικές ανάγκες κάθε μαθητή. Βέβαια, η αλλαγή στάσεων δεν επέρχεται μόνο με την εκπαίδευση ή την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αλλά είναι μια διαρκής και μακροχρόνια διαδικασία και εξαρτάται κατά πολυ από τα ίδια τα άτομα που υπηρετουν την εκπαίδευση, τις πεποιθήσεις και τις αντιλήψεις τους. Αυτό όμως δεν απαλλάσσει το κράτος και τις κυβερνήσεις του από την ευθυνη που έχουν να αναπτυσσουν τις απαιτουμενες διαδικασίες για προσέγγιση των ατόμων που ασχολουνται με την εκπαίδευση, αλλά και των ατόμων που στελεχώνουν τις ΣΜΕΑ και τα ΚΔΑΥ και σχετίζονται άμεσα με την ειδική εκπαίδευση, με σκοπό την ανάπτυξη θετικών στάσεων απέναντι στο θέμα των ειδικών αναγκών.
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Συλλογος Ειδικής Αγωγής με τη διοργάνωση του 5ου Επιστημονικού Συνεδρίου Ειδικής Αγωγής με θέμα: «Παιδαγωγικές Πρακτικές και Εκπαιδευτικά Προγράμματα Ενταξιακής Υποστήριξης των Α.με.Ε.Ε.Α.» στοχευει στην ανάπτυξη δημοκρατικών και αντιαυταρχικών στάσεων από πλευράς εκπαιδευτικών που καλουνται να εφαρμόσουν την ΕΝΤΑΞΗ και την ειδική εκπαίδευση στο γενικό σχολείο. Είναι γνωστό ότι ακόμα και οι νόμοι που στοχευουν στη μείωση της ανισότητας και των διακρίσεων σε βάρος των α.με.ε.ε.α δεν μπορουν να διασφαλίσουν ότι τα δικαιώματα γίνονται σεβαστά στην πράξη, όταν στελέχη του εκπαιδευτικου συστήματος και ομάδες εκπαιδευτικών διάκεινται εχθρικά εκ πεποιθήσεως. Οι προσδοκίες και η συμπεριφορά του εκπαιδευτικου της γενικής ή της ειδικής αγωγής επηρεάζουν την εικόνα που έχει ο μαθητής για τον εαυτό του, επηρεάζουν τα κίνητρα και την έφεση για μάθηση. Η αποδοχή του «άλλου», του διαφορετικου, κι η επιστημονική κατάρτιση καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της σχολικής και κοινωνικής ένταξης των α.με.ε.ε.α.