Σύλλογος       
Νέα          
Δελτία Τύπου/ Ανακοινώσεις/ Προσκλήσεις
Το Περιοδικό          
Νομοθεσία Ειδικής Αγωγής          
Δομές Ειδικής Αγωγής          
Συνέδρια / Ημερίδες Ειδικής Αγωγής
Εκδόσεις          
Συνδέσεις
Φόρουμ

Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.-

home page general information contact information copyright information

 

Θέματα Ειδικής Αγωγής Τεύχος 40

Εξώφυλλο: Εξώφυλλο

 

Περιεχόμενα: Περιεχόμενα

Σημείωμα Σύνταξης:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΠΑ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΠΟΝΤΑΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η διεκδίκηση της διαφοράς και της κατίσχυσης των ατομικών ελευθεριών και των κοινωνικών-πολιτικών δικαιωμάτων για όλους τους ανθρώπους έπαιξε ένα στρατηγικό ρόλο για την κριτική των πιο περιορι­στικών αντιλήψεων της πολιτικής και του υποκειμένου. Στο φιλοσοφικό πλαίσιο του διαφωτισμού αναπτύσσεται μια ανθρωπιστική παιδαγωγική αντίληψη, συμφωνά με την οποία η μετατροπή των κοινωνικών σχέσεων μετατοπίζεται από το πολιτικό - κοινωνικό στο εκπαιδευτικό πεδίο και καθίσταται σε τελική ανάλυση ένα πρόβλημα «προσπάθειας και καλής θέλησης». Όμως στο δυτικό κόσμο, αυτή η καλή παιδαγωγική θέληση απέτυχε, εξαιτίας ακριβώς των αντικειμενικών, εξω-εκπαιδευτικών συνθηκών της ζωής των κατώτερων κοινωνικά και οικονομικά στρωμάτων.
Η ιδεολογία του διαφωτισμού, ακόμα κι αν δεν κατάφερε να επικρατήσει με ξεκάθαρους όρους πριν τη μεταπολίτευση στην Ελλάδα, δεν έπαψε ποτέ να υποβόσκει στις συνήθεις πεποιθήσεις του Έλληνα εκπαιδευτικού στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δίπλα στις ατομο-κεντρικές ιδεολογίες των κλίσεων και των έμφυτων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του μαθητή. Αντιλήψεις που εκφράστηκαν στα πλαίσια της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, με τον πιο ακραίο τρόπο στο Ν. 3194/2003, όπου «ειδικής εκπαιδευτικής μεταχείρισης μπορεί να τύχουν τα άτομα που έχουν ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα» (άρθρο 2, παράγραφος 7, εδάφιο α'), και στο προς διαβούλευση Σχέδιο Νόμου περί «Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών σε άτομα με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες», όπου «μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι και οι μαθητές με νοητικές ικανότητες και ταλέντα [...] που στατιστικά αποτελούν περίπου το 5% του πληθυσμού, σχηματίζουν μία ετερόκλητη ομάδα με ένα μεγάλο εύρος διαφορετικών ικανοτήτων και ταλέντων [...]» (άρθρο 3, παράγραφοι 2 & 3). Διάφοροι εκφραστές ενός επιστημονικοφανούς τσαρλατανισμού διείσδυσαν στα νομικο-πολιτικά κέντρα εξουσίας των μεγάλων κοινοβουλευτικών κομμάτων της χώρας (ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ν.Δ.), συμπαρασύροντας τη Βουλή των Ελλήνων να υιοθετήσει φασιστικές και ρατσιστικές απόψεις στην ελληνική νομοθεσία.
Όταν το 1981 διάφορα στοιχεία του διαφωτισμού αποτελούν για την τότε ελληνική κυβέρνηση (ΠΑΣΟΚ) εκπορευόμενη εκπαιδευτική ιδεολογία, όλα τα επώδυνα ιστορικά παιδαγωγικά βιώματα και αποτυχίες ωθούν στη διαμόρφωση νέου παιδαγωγικού λόγου, διαρθρωμένου γύρω από δυο συναφείς, αλλά φαινομενικά αντίθετες προβληματικές: 1) στο επίπεδο των ατομο-κεντρικών παιδαγωγικών προσανατολισμών, η παιδαγωγική αναβάθμιση ανιχνεύει τα πιθανά επιστημολογικά ερείσματα σε μια «ψυχοπαιδαγωγική», η οποία δεν αντιλαμβάνεται ούτε τη συνοχή ούτε τις επιστημολογικές προϋποθέσεις. Με ασαφείς επιστημολογικούς όρους επιχειρείται η σύνδεση της παιδαγωγικής με την ψυχολογία, αλλά με ορατά τα επακόλουθα αυτής της ασάφειας στο πεδίο της οργάνωσης της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. 2) Στο επίπεδο των συνθηκών εξάσκησης μιας κοινωνικά αποτελεσματικής εξισορροπητικής των ανισοτήτων - παιδαγωγικής πράξης, η εκπαιδευτική λειτουργία αποδεσμεύεται από τις «παλιές φωτοδοτικές» της ιδεολογικές ιδιότητες (δεν παράγει πια -μέσω της καλής θέλησης του δασκάλου- την κοινωνική αναβάθμιση), αλλά αντίθετα η εκπαιδευτική πρακτική καθίσταται παράγωγο των ευρύτερων κοινωνικών χαρακτηριστικών της ιστορικής εξέλιξης. Χαρακτηριστικών που εκφράζονται είτε στατικά και περιγραφικά, με όρους πολιτικοκοινωνικής συγκυρίας, είτε δυναμικά, με όρους κοινωνικών συσχετισμών δυνάμεων. Και στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση, οι ερευνητικές προσεγγίσεις και τα αντικείμενα καθορίζονται από τα εννοιολογικά και μεθοδολογικά πλαίσια που ορίζουν την κοινωνιολογία της αναπαραγωγής.

Γενικά, μέσω ορισμένων εννοιών που επεξεργάστηκε η μακρο-κοινωνιολογική προσέγγιση της εκπαίδευσης, η παιδαγωγική τείνει να μεταθέσει το σύνολο των πολιτισμικών ευθυνών που ιδεολογικο-κοινωνικά επωμίζεται, στην «πλάτη» της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. Αυτή η τάση έχει στη σύγχρονη κοινωνιολογίζουσα παιδαγωγική δυο παραλλαγές: α) τη στατική και περιγραφική, όπου τονίζεται ότι «τα προγράμματα σπουδών, οι σκοποί και οι στόχοι των σχολείων απορρέουν από τις αξίες και τις στάσεις που εκπροσωπεί η μεσαία κοινωνική τάξη», και ότι «το σχολείο αντί να αντισταθμίσει τις ελλείψεις των παιδιών εκείνων που προέρχονται από φτωχό μορφωσιογόνο περιβάλλον διευρύνει τις ανισότητες», και β) εκείνη που έχει ως επεξηγηματικές της αξιώσεις τις κρίσεις του εκπαιδευτικού συστήματος. Αξιώσεις που στηρίζονται εξ ολοκλήρου σε εξω-εκπαιδευτικές κοινωνικές δυναμικές, σε δεδομένα ιστορικής και πολιτικής συγκυρίας. Χαρακτηριστικά τονίζεται ότι «η λύση των εκπαιδευτικών ζητημάτων είναι στην ουσία

ένα ζήτημα αυστηρά πολιτικό - κοινωνικό» και ότι «οι κοινωνικοί αγώνες πολύ λίγα μπορούν να πετύχουν αν περιοριστούν μόνο σε εκπαιδευτικά ζητήματα, αν και η πάλη για εκπαιδευτική αλλαγή μπορεί να προωθήσει την πάλη και σε άλλα κοινωνικά πεδία». Η πρώτη άποψη, μεταρρυθμιστικού προσανατολισμού, μεταθέτει ουσιαστικά τη λύση του εκπαιδευτικού ζητήματος στην επιμόρφωση των ενηλίκων (των γονέων δηλαδή των παιδιών που προέρχονται από τα κατώτερα κοινωνικο-πολιτικά στρώματα ή έχουν παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες), δίνοντας βάρος στην κοινωνική πρόνοια. Η δεύτερη άποψη, φαινομενικά πιο ριζοσπαστική, μεταθέτει τη λύση στις ιστορικές διαδικασίες ανατροπής των κοινωνικών σχέσεων που διαιωνίζουν την ανισότητα.
Με αφορμή τη δημοσιοποίηση του σχεδίου νόμου περί «Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών σε άτομα με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες» επιχειρείται μια δημόσια διαβούλευση η οποία στηρίζεται αποκλειστικά σε υποκειμενικούς κοινωνικο-πολιτικούς και ιδεολογικούς προσανατολισμούς και όχι στην ανάλυση, μέτρηση-αξιολόγηση και ερμηνεία ερευνητικών δεδομένων που κοινοποιήθηκαν (δημοσιεύτηκαν στα ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα) από επιστημονικούς και κοινωνικούς συλλογικούς φορείς και αφορούν έγκυρες έρευνες και επιστημονικές μελέτες, οι οποίες δεν κρύβονται πίσω από ουδετερότη­τες συναλλαγής με τις πολιτικές και τις οικονομικές ελίτ.
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής υπερβαίνοντας τις παραπάνω θεωρητικές προσεγγίσεις, που παρακάμπτουν το κοινωνικό φαινόμενο του σχολικού αποκλεισμού των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, κατέθεσε τις προτάσεις του για το σχέδιο νόμου, ασκώντας έντονη κριτική στους σχεδιασμούς που επιχειρούν να βολέψουν πρόσωπα και καταστάσεις, ικανοποιώντας ακόμη και τους εκφραστές των πιο ακραίων ατομο-κεντρικών και ρατσιστικών παιδαγωγικών προσανατολισμών, που θέλουν στο ένα άκρο τους περιθωριοποιημένους-ταπεινωμένους (τα άτομα με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες) και στο άλλο άκρο τους ταλαντούχους μαθητές με ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες.
Όχι, κύριοι, κανένας πολίτης και εργαζόμενος στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δε θα γίνει συνένοχος στα ρατσιστικά σας ιδεολογήματα και στην απορρύθμιση του δημόσιου υποσυστήματος της ειδικής αγωγής.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής, αντιλαμβανόμενο τα «σημεία των καιρών» και την αναγκαιότητα για την προάσπιση του δημόσιου, δωρεάν και υποχρεωτικού χαρακτήρα της υποστήριξης και της εκπαίδευσης των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, δρομολόγησε με συστηματικό τρόπο δημοκρατικές διαβουλεύσεις με τα πολιτικά κόμματα, την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Γονέων Κηδεμόνων Ατόμων με Αναπηρία, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Γονέων Ατόμων με Μαθησιακές Δυσκολίες, και πολλά ακόμα σωματεία και φορείς του αναπηρικού κινήματος. Στο πλαίσιο ενός ουσιαστικού διαλόγου για τις νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευσης, σύντομα αναμένονται συναντήσεις του Π.Ε.Σ.Ε.Α. με τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας, την Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης και την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.